Τα αντισώματα είναι το βασικό όπλο που έχει στη διάθεσή του ο οργανισμός μας για να αμυνθεί ενάντια στις λοιμώξεις από παθογόνους παράγοντες και δημιουργούνται από το ανοσοποιητικό μας σύστημα. Ωστόσο, αυτή η διαδικασία χρειάζεται χρόνο και προϋποθέτει να έχουμε εκτεθεί πρώτα στο μικρόβιο, κάτι που μπορεί να είναι επικίνδυνο για ένα νεογέννητο μωρό τις πρώτες μέρες τις ζωής του. Έτσι η φύση έχει προνοήσει και δίνει μία «μικρή βοήθεια» στο μωρό με τη μορφή της παθητικής ανοσίας από τα αντισώματα της μητέρας, μέχρι το ίδιο να έχει τη δυνατότητα να αμυνθεί.
Τι είναι η «παθητική ανοσία»;
Είναι πιο εύκολο να καταλάβουμε τι είναι η παθητική ανοσία εξηγώντας το αντίθετό της, την ενεργητική ανοσία. Στην ενεργητική ανοσία, το ανοσοποιητικό μας σύστημα, αφού έχει εκτεθεί σε κάποιο παθογόνο μικρόβιο ή σε κάποιο εμβόλιο, αντιδρά και «ενεργά» δημιουργεί αντισώματα που είναι σχεδιασμένα να αντιμετωπίσουν τη συγκεκριμένη απειλή. Η ενεργητική ανοσία λοιπόν προϋποθέτει αρχικά έκθεση στο μικρόβιο και καλή λειτουργία του ανοσοποιητικού ώστε να δημιουργηθούν τα αντισώματα. Από την άλλη μεριά, στην παθητική ανοσία, ο οργανισμός λαμβάνει από κάποια άλλη πηγή έτοιμα αντισώματα, χωρίς να χρειάζεται να εκτεθεί στο μικρόβιο και χωρίς να είναι απαραίτητη η λειτουργία του ανοσοποιητικού. Αυτό το επιτυγχάνουμε με τεχνητό τρόπο μέσω του ορού (πχ αντιτετανικού ορού), ο οποίος είναι έτοιμα αντισώματα τα οποία εξουδετερώνουν άμεσα τυχόν μικρόβια που έχουν μπει στο σώμα μας, χωρίς να χρειαστεί να νοσήσουμε πρώτα. Ο μόνος τρόπος που αυτή η διαδικασία συμβαίνει στη φύση είναι μέσω της παθητικής ανοσίας που λαμβάνει το μωρό από τη μητέρα, η οποία είναι απαραίτητη για τις πρώτες εβδομάδες της ζωής, εξαιτίας της ανωριμότητας του ανοσοποιητικού συστήματος του μωρού το διάστημα εκείνο. Σταδιακά, το μωρό χτίζει τις δικές του άμυνες μέσω της ενεργητικής ανοσία και δεν χρειάζεται πλέον την παθητική ανοσία από τη μητέρα.
Πώς αποκτά το μωρό παθητική ανοσία;
Η παθητική ανοσία του μωρού ξεκινάει ήδη από την εγκυμοσύνη, σιγά σιγά από το δεύτερο και περισσότερο στο τρίτο τρίμηνο. Σε αυτό το διάστημα, αντισώματα που έχει δημιουργήσει η μητέρα έναντι διάφορων ασθενειών (πχ αντισώματα ερυθράς, κυτταρομεγαλοϊού, τοξοπλάσματος, διαφόρων ιώσεων κλπ), κυκλοφορούν στο αίμα της και μπορούν να περάσουν μέσω του πλακούντα στο έμβρυο. Τα αντισώματα αυτά συνεχίζουν να διέρχονται από τον πλακούντα μαζί με τα θρεπτικά συστατικά και το οξυγόνο μέχρι και τον τοκετό. Έτσι όταν το μωρό γεννηθεί έχει ήδη έτοιμα αντισώματα στο αίμα του, τα οποία προσφέρουν ένα βαθμό προστασίας από τα παθογόνα του περιβάλλοντος. Σταδιακά, τους μήνες της ζωής, ωριμάζει και το έμφυτο ανοσοποιητικό σύστημα του μωρού και γίνεται ικανό να δημιουργήσει και τα δικά του αντισώματα.
Παθητική ανοσία μπορεί επίσης να αποκτηθεί ή να διαρκέσει περισσότερο μέσω του θηλασμού . Το μητρικό γάλα περιέχει πολλά θρεπτικά συστατικά, απαραίτητες θερμίδες, βιταμίνες αλλά και αντισώματα τα οποία το προστατεύουν. Μάλιστα, το μητρικό γάλα περιέχει και ορισμένα αντισώματα τα οποία παραμένουν στους βλεννογόνους του μωρού και το προστατεύουν από πιθανές λοιμώξεις εξουδετερώνοντας άμεσα τα μικρόβια που μπορεί να τους αποικίζουν, αποτελώντας βασικό τμήμα της πρώτης γραμμής άμυνας του μωρού. Το επιπρόσθετο πλεονέκτημα είναι πως τα αντισώματα αυτά, αφού παράγονται από τον οργανισμό της μητέρας, είναι προσαρμοσμένα στα παθογόνα μικρόβια του άμεσου περιβάλλοντός της, το οποίο είναι και το άμεσο περιβάλλον του μωρού. Έτσι, μέσω του θηλασμού, προσφέρετε εξειδικευμένη προστασία στο μωρό σας, προσαρμοσμένη στις άμεσες απειλές του περιβάλλοντος, μειώνοντας τις πιθανότητες λοίμωξης νωρίς στη νεογνική ζωή.
Πόσο διαρκεί η παθητική ανοσία του μωρού;
Όσα αντισώματα έχουν αποκτηθεί με παθητική ανοσία έχουν έναν συγκεκριμένο χρόνο ζωής μέσα στον οργανισμό, καθώς δεν αντικαθίστανται από το ανοσοποιητικό σύστημα. Πόσο ακριβώς διαρκεί αυτός ο χρόνος ποικίλει σημαντικά, ανάλογα με το είδος του αντισώματος, το ανοσοποιητικό σύστημα της μητέρας, αλλά και με βάση γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Κατά μέσο όρο η παθητική ανοσία διαρκείπερίπου 6 μήνες. Βέβαια, πρέπει να θυμόμαστε πως η μετάβαση αυτή είναι σταδιακή και πως η ανοσία δεν χάνεται από τη μία μέρα στην άλλη, αλλά σταδιακά τα επίπεδα των αντισωμάτων μειώνονται, κάνοντας το μωρό πιο ευάλωτο σε ασθένειες. Γι’ αυτό και πολλά εμβόλια ξεκινούν στα παιδιά πριν το πέρας αυτού του διαστήματος, ώστε μέχρι να υποχωρήσουν τα αντισώματα της μητέρας το μωρό να είναι σε θέση να δημιουργήσει δικά του μετά την έκθεση στο εμβόλιο, αλλά και για την κάλυψη μωρών τα οποία για διάφορους λόγους δεν έλαβαν επαρκή παθητική ανοσία. Ο θηλασμός μπορεί να παρατείνει τη διάρκεια της παθητικής ανοσίας, παρέχοντας μητρικά αντισώματα στο μωρό, μαζί και με άλλες ευεργετικές ιδιότητες, όπως αντιφλεγμονώδης δράση και προστασία από αυτοάνοσα νοσήματα.
Ο θηλασμός είναι επίσης ευεργετικός και για τη σωστή ρύθμιση και ανάπτυξη του εντερικού μικροβιώματος. Το εντερικό μικροβίωμα μπορεί να ακούγεται σαν κάτι απειλητικό για το μωρό, αλλά στην πραγματικότητα είναι ένας φυσιολογικός μηχανισμός του ανθρωπίνου σώματος. Αποτελείται από μηπαθογόνα, «καλά» μικρόβια, τα οποία βρίσκονται στο έντερο και συνδράμουν τόσο στην απορρόφηση ορισμένων θρεπτικών συστατικών όσο και στην άμυνα από παθογόνους μικροοργανισμούς, καθώς εμποδίζουν την εμφύτευση των επικίνδυνων μικροβίων στο έντερο και τη δημιουργία φλεγμονών και διαρροιών. Ωστόσο, πρέπει να θυμάστε πως η παθητική ανοσία που προσφέρει η μητέρα δεν είναι υποκατάστατο της ενεργητικής ανοσίας που αποκτά το ίδιο το παιδί, είτε από ασθένεια, είτε από εμβολιασμό.
Τι συμβαίνει εάν δεν θηλάζω;
Ο θηλασμός μπορεί να έχει ευεργετικές ιδιότητες για την ανοσία του μωρού, αλλά εάν δε θηλάζετε δεν χρειάζεται να ανησυχείτε. Όπως είπαμε ήδη, η αρχική παθητική ανοσία του μωρού διαμορφώνεται ήδη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, περισσότερο στο τρίτο τρίμηνο. Έτσι κατά τη γέννηση, το μωρό είναι ήδη προστατευμένο από πολλές ασθένειες (ανάλογα πάντα και με την ανοσία της μητέρας). Κατά τους πρώτους μήνες της ζωής, το ανοσοποιητικό σύστημα του μωρού αναπτύσσεται ταχύτατα, με αποτέλεσμα στους 3-6 μήνες, το μωρό να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις περισσότερες απειλές. Έτσι, η «ανοσοποιητική συνεισφορά» του θηλασμού δεν είναι τόσο καθοριστική όσο μπορεί να πιστεύουμε, σίγουρα βοηθάει, αλλά το μωρό δε θα έχει ανοσοποιητικά προβλήματα εάν δεν θηλάζει. Για τη βέλτιστη ασφάλεια, μπορείτε να θυμάστε τις εξής απλές συμβουλές:
- Περιορίστε την έκθεση του μωρού σε δυνητικά επικίνδυνους περιβαλλοντικούς παράγοντες για τους πρώτους δύο μήνες. Αυτό σημαίνει προστασία από ακραίες θερμοκρασίες, καιρικές συνθήκες και από επαφή με άτομα εκτός της οικογένειας. Στο επόμενο διάστημα μπορείτε να χαλαρώσετε τα μέτρα ασφάλειας, αλλά ειδικά για την επαφή με άτομα εκτός της οικογένειας, πρέπει α τηρούνται οι βασικοί κανόνες υγιεινής με επιμελές πλύσιμο των χεριών.
- Επαγρυπνείτε για συμπτώματα όπως πυρετός, ληθαργική κατάσταση, ωχρά ή γκρι–μπλε χείλη ή δέρμα, δυσχέρεια στην αναπνοή κτλ τους πρώτους μήνες της ζωής. Εάν εμφανιστούν, επικοινωνήστε άμεσα με τον γιατρό σας.
- Τηρείτε επιμελώς το Εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού, ακολουθώντας τις συστάσεις του Παιδιάτρου σας.
Συμπερασματικά, το μωρό σας κατά τη γέννηση έχει ήδη κληρονομήσει ένα πολύτιμο δώρο από εσάς, προστατευτικά αντισώματα για το πρώτο διάστημα της ζωής, μέχρι να είναι έτοιμο να δημιουργήσει τα δικά του. Ο θηλασμός, μπορεί να προσφέρει επιπρόσθετα οφέλη αλλά δεν είναι αναγκαστικά απαραίτητος για την υγεία του μωρού. Πρέπει να θυμάστε πως η παθητική ανοσία δεν είναι υποκατάστατο της ενεργητικής και πως το μωρό πρέπει να κάνει τα απαραίτητα εμβόλια σύμφωνα με τις οδηγίες του Εθνικού προγράμματος και του Παιδιάτρου σας.